Επιχειρηματίας φιλικός προς το κινεζικό
κομμουνιστικό καθεστώς και οπαδός βέβαια της
ενσωμάτωσης του στον διεθνή καταμερισμό της
εργασίας, ο Ντάϊ Γκούο Φανγκ είχε από νωρίς
προβλέψει την επερχόμενη άνθηση του
κατασκευαστικού τομέα στην Κίνα. Τη δεκαετία του
1990 αυτοκινητόδρομοι, εμπορικά κέντρα και
ουρανοξύστες κατασκευάζονταν με άναρχο τρόπο
παντού στην Κίνα και ο Ντάι σκέφτηκε ότι η τάση
αυτή θα επιταχυνόταν την επόμενη δεκαετία.
Πίστευε ότι η εταιρεία του, η Jiangsu Tieben
Iron and Steel, θα μπορούσε να αποκτήσει ένα
μεγάλο μερίδιο της αγοράς ως παραγωγική μονάδα
χαμηλού κόστους, καθώς ο βασικός ανταγωνιστής
της ήταν οι αναποτελεσματικές κρατικές
χαλυβουργίες.
Ο Ντάι σχεδίαζε να
δημιουργήσει έναν
πραγματικό γίγαντα στον
τομέα της χαλυβουργίας
και, με την υποστήριξη
του τοπικού κομματικού
ηγέτη στην πόλη
Τσανγκσού, άρχισε το
2003 να υλοποιεί το
σχέδιό του. Το Μάρτιο
του 2004 όμως, ο Ντάι
συνελήφθη για λόγους που
ποτέ δε διευκρινίστηκαν
εντελώς, κατόπιν
διαταγής του
Κομμουνιστικού Κόμματος.
Είναι πιθανό οι αρχές να
θεωρούσαν πως θα
έβρισκαν ενοχοποιητικά
στοιχεία στους
λογαριασμούς του. Σε
κάθε περίπτωση, ο Ντάι
πέρασε τα επόμενα πέντε
χρόνια στη φυλακή και σε
κατ’ οίκον περιορισμό,
ενώ το 2009
καταδικάστηκε για ένα
μικρό παράπτωμα. Το
πραγματικό του έγκλημα
ήταν ότι είχε
προσπαθήσει να
υλοποιήσει ένα μεγάλων
διαστάσεων
επιχειρηματικό σχέδιο,
το οποίο θα
ανταγωνιζόταν τις
κρατικές εταιρείες,
χωρίς να έχει πάρει την
έγκριση των ηγετικών
στελεχών των
Κομουνιστικού Κόμματος
Κίνας.
Προφανώς δε, το
ΚΚΚίνας, βάζοντας χέρι
στην εταιρία και την
τεχνογνωσία της, θέλησε
να στείλει και το
σχετικό μήνυμα σε
αρκετούς άλλους Κινέζους
επιχειρηματίες. Και από
την άποψη αυτή, ο τρόπος
αντιμετώπισης του Ντάι
από το ΚΚΚίνας, δεν
πρέπει να εκπλήσσει.
Όπως επισημαίνουν στο
βιβλίο τους "Γιατί
αποτυγχάνουν τα έθνη" οι
Ντάρον Ατσέμογλου και
Τζαίημς Ρομπινσον (Εκδόσεις
Λιβάνη), "Ο Τσεν Γιουν,
ένας από τους πιο
στενούς συνεργάτες του
Τενγκ Σιάο Πινγκ,
κορυφαίου μεταμαοϊκού
μεταρρυθμιστή, έχει
συνοψίσει τις απόψεις
των περισσότερων
κομματικών στελεχών για
την οικονομία
χρησιμοποιώντας τη
μεταφορά του «πουλιού
μέσα σε κλουβί»: η
οικονομία της Κίνας
είναι το πουλί και ο
κομματικός έλεγχος είναι
το κλουβί· για να γίνει
το πουλί υγιέστερο και
πιο δυναμικό. Το κλουβί
έπρεπε να μεγαλώσει·
όμως δεν έπρεπε να
ξεκλειδωθεί η να
αφαιρεθεί, καθώς υπήρχε
ο κίνδυνος το πουλί να
πετάξει μακριά. Λίγο
μετά την εκλογή του στη
θέση του γενικού
γραμματέα του
Κομουνιστικού Κόμματος
το 1989 εξάλλου, ο
Ζιανγκ Ζεμίν δεν έκρυψε
την καχυποψία του
κόμματος απέναντι στους
επιχειρηματίες, καθώς
τους χαρακτήρισε «αυτοαπασχολούμενους
εμπόρους και
πραματευτάδες, που
εξαπατούν, καταχρώνται,
δωροδοκούν και
φοροδιαφεύγουν». Σε όλη
τη διάρκεια της
δεκαετίας του 1990 και
παρά την εισροή ξένων
επενδύσεων στην Κίνα και
τις παροτρύνσεις προς
τις κρατικές
επιχειρήσεις να
επεκταθούν, η ιδιωτική
επιχειρηματικότητα
αντιμετωπιζόταν με
καχυποψία, ενώ πολλοί
επιχειρηματίες έχασαν
τις περιουσίες τους ή
φυλακίστηκαν.
Οι εταιρίες όμως
δωρεάν περνούσαν υπό
κρατικό-κομματικό έλεγχο,
γεγονός που πρόσφερε
φτηνή τεχνογνωσία, σε
ένα σύστημα που επεβίωνε
μέσω της βιομηχανικής
κατασκοπίας και της
κλοπής πνευματικής
ιδιοκτησίας.
Ενώ σήμερα στην Κίνα
λειτουργούν αρκετές
ιδιωτικές εταιρείες,
πολλοί το¬μείς της
οικονομίας εξακολουθούν
να τελούν υπό την
προστασία και τον έλεγχο
του κράτους. Σύμφωνα με
το δημοσιογράφο Ρίτσαρντ
Μακ Γκρέγκορ, πάνω στα
γραφεία των διευθυντών
των μεγάλων κρατικών
επιχειρήσεων υπάρχει ένα
κόκκινο τηλέφωνο. Όταν
χτυπάει, στην άλλη άκρη
της γραμμής είναι κάποιο
κομματικό στέλεχος που
μεταφέρει διαταγές για
το τι πρέπει να κάνει η
εταιρεία, σε ποια σχέδια
πρέπει να επενδύσει και
ποιους στόχους να θέσει.
Αυτές οι τεράστιες
επιχειρήσεις
εξακολουθούν να
ελέγχονται από το κόμμα,
όπως αποδεικνύεται από
το γεγονός ότι το κόμμα
απολύει ή προάγει
διευθυντικά στελέχη
χωρίς καμία εξήγηση.
Ασφαλώς, οι
καταστάσεις αυτές δεν
αναιρούν το γεγονός ότι
η Κίνα έχει κά¬νει
σημαντικά βήματα προς
τους ανοιχτούς
οικονομικούς θεσμούς, οι
οποίοι αποτέλεσαν τη
βάση για τους
εντυπωσιακούς ρυθμούς
μεγέθυνσης της
κινεζι¬κής οικονομίας
την τελευταία
τριακονταετία. Οι
περισσότεροι
επιχειρηματίες
αισθάνονται σχετικά
ασφαλείς, κυρίως επειδή
φροντίζουν να διατηρούν
καλές σχέσεις τόσο με τα
τοπικά κομματικά στελέχη,
όσο και με την ελίτ του
Κομμουνιστικού Κόμματος.
Οι περισσότερες κρατικές
επιχειρήσεις επιδιώκουν
την κερδοφορία και
ανταγωνίζονται στις
διεθνείς αγορές - μια
ριζική αλλαγή σε σχέση
με την Κίνα του Μάο.
Είναι ξεκάθαρο έτσι
ότι για αρκετά χρόνια, η
οικονομία της Κίνας
άρχισε να μεγεθύνεται
επειδή ο Τενγκ Σιάο
Πινγκ προώθησε μια σειρά
ριζικών μεταρρυθμίσεων,
οι οποίες μετέτρεψαν
τους οικονομικούς
θεσμούς από κλειστούς σε
ανοιχτούς. Η οικονομική
μεγέθυνση συνεχί¬στηκε,
καθώς οι οικονομικοί
θεσμοί της Κίνας
γίνονταν όλο και
περισσότερο ανοιχτοί, αν
και με αργούς ρυθμούς.
Επιπλέον, η Κίνα
επωφελήθηκε τόσο από το
τεράστιο απόθεμα φτηνού
εργατικού δυναμικού που
διέθετε, όσο και από την
πρόσβασή της στις
διεθνείς αγορές, σε
κεφάλαια από το
εξωτερικό και σε
εισαγόμενες τεχνολογίες,
νομίμως και παρανόμως.
Η κατάσταση αυτή
όμως δεν ήταν και δεν
είναι ακόμη πολιτικά
ακίνδυνη. "Τα ανοικτά
παράθυρα, φέρνουν μύγες",
έλεγε ο Τένγκ. Έτσι,
σήμερα, αν και οι
οικονομικοί θεσμοί της
Κίνας είναι πολύ πιο
ανοικτοί από ό,τι το
1990, εν τούτοις απέχουν
αισθητά από τα δυτικά
πρότυπα.
Παρά την έμφαση που
δίνει στην καινοτομία
και τις νέες τεχνολογίες,
η μεγέθυνση της
κινεζικής οικονομίας δε
βασίζεται στη
δημιουργική καταστροφή,
αλλά στις υπάρχουσες
τεχνολογίες, τις
αντιγραφές και τις
μαζικές επενδύσεις. Μια
σημαντική πτυχή αυτής
της κατάστασης είναι ότι
τα δικαιώματα
ιδιοκτησίας δεν
προστατεύονται πλήρως
στην Κίνα. Περιστασιακά,
δημεύεται η περιουσία
κάποιου επιχειρηματία,
όπως συνέβη στην
περίπτωση του Ντάι. Η
κινητικότητα της
εργασίας υπόκειται σε
αυστηρούς περιορισμούς,
με συνέπεια να μη
διασφαλίζεται το πιο
βασικό από τα δικαιώματα
ιδιοκτησίας - το
δικαίωμα να εκμισθώνει
κανείς την εργασία του
όπως επιθυμεί. Ο βαθμός
στον οποίο οι
οικονομικοί θεσμοί
εξακολουθούν να μην
είναι πλήρως ανοιχτοί
απεικονίζεται από το
γεγονός ότι ελάχιστοι
επιχειρηματίες τολμούν
να δρομολογήσουν μια νέα
επιχειρηματική
δραστηριότητα χωρίς την
υποστήριξη των τοπικών
κομματικών στελεχών ή
της ανώτερης κομματικής
ηγεσίας. Οι σχέσεις
ανάμεσα στους
επιχειρηματίες και τα
κομματικά στελέχη είναι
εξαιρετικά επικερδείς
και για τα δύο
εμπλεκόμενα μέρη. Στους
επιχειρηματίες που
υποστηρίζονται από το
κόμμα ανατίθενται
συμβάσεις με ευνοϊκούς
όρους, ενώ μπορούν να
παραβιάζουν ατιμωρητί
τους νόμους και τους
κανονισμούς, όπως για
παράδειγμα, να διώχνουν
απλούς πολίτες από τα
ακίνητα τους και να
ιδιοποιούνται τα
οικόπεδα. Όσοι
εναντιώνονται σε ένα
επιχειρηματικό σχέδιο
κινδυνεύουν να
προπηλακιστούν, να
φυλακιστούν ακόμα και να
δολοφονηθούν.
Το Κομουνιστικό
Κόμμα είναι πανίσχυρο
στην Κίνα και ελέγχει το
σύνολο του κρατικού
γραφειοκρατικού
μηχανισμού, τις ένοπλες
δυνάμεις, τα μέσα
ενημέρωσης και πολλούς
τομείς της οικονομίας. Ο
κινεζικός λαός
απολαμβάνει ελάχιστες
πολιτικές ελευθερίες,
ενώ η συμμετοχή του στις
πολιτικές διαδικασίες
είναι εξαιρετικά
περιορισμένη. Παρά την
κατάσταση αυτή ωστόσο,
το κινεζικό μοντέλο
ασκεί γοητεία σε
αρκετούς Ασιάτες ηγέτες,
οι οποίοι μελετούν όλο
και πιο προσεκτικά τις
επιμέρους πτυχές του.
Στην ουσία προσπαθούν να
ανιχνεύσουν από ποιο
επίπεδο και μετά, ο
αυταρχικός καπιταλισμός
θα μπορούσε να γίνει
εκρηκτικός και άρα
ανατρεπτικός. Αν
διάβαζαν τον Σουμπέτερ,
ίσως κάτι να
καταλάβαιναν.